Η φιλοσοφική δύναμη των Κλασικών Σπουδών ως παράγοντας αναβάθμισης της επιστημονικής σκέψης
Η φιλοσοφική δύναμη των Κλασικών Σπουδών ως παράγοντας αναβάθμισης της επιστημονικής σκέψης
Το τελευταίο διάστημα, και ιδίως μετά την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας μας, έχει ανοίξει, εκ νέου, ο δημόσιος διάλογος για την χρησιμότητα ή μη των Κλασικών Σπουδών (γεγονός, ασφαλώς, που οφείλεται στην κατακρήμνιση που υπέστησαν, για άλλη μία φορά, τα τμήματα Φιλολογίας).
Τα επιχειρήματα που εκτίθενται δημοσίως είναι ποικίλα· όλες, όμως, οι μέχρι τώρα απόψεις κρίνουν το ζήτημα ανεπαρκώς, αφού διαπιστώνουν, μεν, το πρόβλημα (ο τρόπος διδασκαλίας των Κλασικών Σπουδών είναι, σε γενικές γραμμές, παρωχημένος και επείγει η άμεση αναδιαμόρφωσή του, ώστε το παρελθόν να γίνει ξανά επίκαιρο), αλλά επιχειρούν να το επιλύσουν με επαναλαμβανόμενες αοριστολογίες («οι Κλασικές Σπουδές συμβάλλουν στην ευρύτερη καλλιέργεια του ανθρώπου» [δηλαδή;]), κοινότοπες διατυπώσεις («οι μαθητές αναρωτιούνται τι τα θέλουμε τα Αρχαία Ελληνικά» [και η λύση ποια είναι;]) ή ασάφειες («είναι αναγκαίο να εξετάσουμε τα Αρχαία Ελληνικά και τα Λατινικά υπό νέο πρίσμα» [ποιο είναι αυτό;]). Όλα αυτά, από την στιγμή που αφορούν, απλώς, συνήθεις διαπιστώσεις και δεν προχωρούν σε συγκεκριμένες προτάσεις, συνδέονται με μια εμφανή αδυναμία εξεύρεσης κατάλληλων λύσεων.
Οι Κλασικές Σπουδές είναι, αναμφισβήτητα, επίκαιρες, όλοι γνέφουν καταφατικά σε αυτό. Η γενικολογία, ωστόσο, αυτή θα πρέπει να εξηγηθεί περαιτέρω, ώστε να δειχθεί και η πρακτική τους χρησιμότητα. Από την στιγμή, λοιπόν, που αποτελούν μια κατεξοχήν ανθρωπιστική επιστήμη, οφείλουμε να στραφούμε προς τον ίδιο τον άνθρωπο ως ψυχοπνευματική οντότητα. Ο Θουκυδίδης επισημαίνει ότι έγραψε την Ιστορία του, προκειμένου να είναι παντοτινό απόκτημα των ανθρώπων, εφόσον η ανθρώπινη φύση παραμένει αναλλοίωτη. Γι' αυτό και κατά την διάρκεια του λοιμού των Αθηνών, όπως διαβάζουμε, οι Αθηναίοι αρχίζουν να παρανομούν ασύστολα, να εφευρίσκουν θεωρίες συνωμοσίας βλέποντας ότι η τότε ιατρική δεν ήταν σε θέση να κάνει και πολλά, να αδιαφορούν για τους συμπολίτες τους κ.ά. Σε έκτακτες συνθήκες, ειδικά υγειονομικές, ο άνθρωπος δοκιμάζεται ποικιλοτρόπως: τόσο σαν διανοητική οντότητα, όσο και σαν πολίτης μιας ευνομούμενης πολιτείας. Από την συμπεριφορά του κρίνεται τόσο το μέλλον της πολιτειακής οργάνωσης που έχει συγκροτήσει, όσο και η συνέχιση του ιδίου του ανθρώπινου είδους. Το παραπάνω παράδειγμα μπορεί να σχολιαστεί από γιατρούς, νομικούς και πολιτικούς επιστήμονες. Να πώς ο Θουκυδίδης μας δημιουργεί, ξαφνικά, απορίες· η Κλασική Φιλολογία τροφοδοτεί με γόνιμους προβληματισμούς και άλλες επιστήμες.
Ο Πλάτων, από την άλλη, μας διδάσκει στον Κρίτωνα, κυρίως, αλλά και τον Φαίδωνα, ότι ο Σωκράτης αρνείται να παραβεί τους νόμους της πόλης η οποία τον ανέθρεψε, έστω κι αν οι νόμοι αυτοί είναι άδικοι. Πρόκειται για ένα βαθύτερο φιλοσοφικό χρέος που ο Σωκράτης επιθυμεί να εκπληρώσει. Ήπιε, συνεπώς, το κώνειο, διότι η πόλη του είναι υπεράνω όλων; Εν μέρει ναι, αλλά όχι μόνο για αυτό· ήπιε το κώνειο, διότι θεώρησε πως αυτός που αδικεί διαφθείρει την ψυχή του (εν προκειμένω οι δικαστές) και όχι αυτός που τιμωρείται άδικα. Ο Σωκράτης τονίζει στον πλατωνικό Γοργία: «Προτιμώ να υποστώ την αδικία, παρά να την διαπράξω». Συγκινητικός και οικουμενικός λόγος. Η δε παραπάνω συζήτηση μπορεί να σχολιαστεί τόσο από την Νομική, όσο και από την Πολιτική Επιστήμη.
Τρίτο παράδειγμα: ο Πλάτων στον Φαίδρο του αναφέρει πως ο προφορικός λόγος είναι ανώτερος από τον γραπτό. Παραδοξότητα, διότι ο Πλάτων ήταν συγγραφέας και επηρέασε καθοριστικά την ανθρωπότητα μέσα από τα γραπτά του. Κι όμως· θέλει ο μεγάλος φιλόσοφος να δείξει ότι η επιστήμη πρέπει να πορεύεται φιλοσοφικά, δηλαδή χωρίς να παγιώνει δόγματα (γραπτός λόγος), αλλά να ανακαλύπτει συνεχώς το χρήσιμο μέσα από την επαναδιαπραγμάτευση κάθε επιχειρήματος (ελευθερία που προσφέρει ο προφορικός λόγος). Γι' αυτό ο Πλάτων μας κληροδότησε «προφορικά γραπτά», ήτοι διαλόγους. Ποιο είναι το δίδαγμα; Οφείλουμε να διδάξουμε στους μαθητές να μην είναι ευχαριστημένοι με κανένα επιχείρημα, καθώς η επιστήμη είναι η διαδικασία της ανατροπής και εκεί εδράζεται η χρησιμότητά της. Γιατί, άλλωστε, ο Taylor λέει για τον Πλάτωνα ότι, αν είχε σύστημα ιδεών, μας το έκρυψε; Διότι ο Πλάτων ήθελε να διδάξει, απλώς, την ερευνητική μέθοδο. Στον μαθητή - φοιτητή δείχνουμε πώς να ερευνά, σε καμία περίπτωση δεν του λέμε τί να καταλάβει. Ο Πλάτων ήταν ιδιοφυΐα ως προς αυτό.
Όλοι αυτοί οι προβληματισμοί που δημιουργούνται από την ανάγνωση της κλασικής γραμματείας δεν πρέπει, βεβαίως, να κριθούν αναχρονιστικά. Οι αρχαίοι ζούσαν διαφορετικά, είχαν διαφορετικό πολίτευμα, τα ατομικά δικαιώματα απουσίαζαν, η επιστήμη τους δεν είχε κατακτήσει τις σημερινές κορυφές. Το παράδειγμά τους, λοιπόν, δεν είναι διδακτικό επειδή τίποτα δεν άλλαξε από τότε (πολλά άλλαξαν), αλλά διότι ζητήματα όπως η επιστήμη, η ηθική, η δικαιοσύνη, η δημοκρατία, ο φθόνος, η αγάπη, η συνεργασία κ.ά. ανακύπτουν αναπόφευκτα σε κάθε εποχή, όσο κι αν η τεχνολογική πρόοδος ρυθμίζει, πλέον, αποφασιστικά τις ζωές μας. Οι Κλασικές Σπουδές είναι, επομένως, αναγκαίο να εξεταστούν σαν τρόπος ζωής, δηλαδή να αποτελέσουν αφορμή για φιλοσοφικές συζητήσεις και, φυσικά, να έλθουν σε διάλογο με τις υπόλοιπες επιστήμες. Άλλωστε, η φιλοσοφία (επιχείρημα - αντεπιχείρημα) αποτελεί την ουσία της ανθρώπινης ύπαρξης.
* Ο Σταύρος Χρ. Αναστασόπουλος είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ και Συγγραφέας.
* Τα πνευματικά δικαιώματα του άρθρου είναι κατοχυρωμένα. Επιτρέπεται η αναδημοσίευση, αλλά όχι η αυτούσια αναπαραγωγή λεκτικών τμημάτων του άρθρου.
Σχόλια